1 / 17

Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων Σχολή Επιστημών Υγείας Τμήμα Βιολογικών Εφαρμογών και Τεχνολογιών

Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων Σχολή Επιστημών Υγείας Τμήμα Βιολογικών Εφαρμογών και Τεχνολογιών. «Αναλυτική Χημεία – Ενόργανη Ανάλυση» Εκχύλιση Χρωματογραφία ( GC, HPLC) Δρ. Δημήτριος Στεργίου Διδάσκων Π.Δ. 407/80. Διαχωρισμοί – Εκχύλιση με διαλύτη.

hans
Download Presentation

Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων Σχολή Επιστημών Υγείας Τμήμα Βιολογικών Εφαρμογών και Τεχνολογιών

An Image/Link below is provided (as is) to download presentation Download Policy: Content on the Website is provided to you AS IS for your information and personal use and may not be sold / licensed / shared on other websites without getting consent from its author. Content is provided to you AS IS for your information and personal use only. Download presentation by click this link. While downloading, if for some reason you are not able to download a presentation, the publisher may have deleted the file from their server. During download, if you can't get a presentation, the file might be deleted by the publisher.

E N D

Presentation Transcript


  1. Πανεπιστήμιο ΙωαννίνωνΣχολή Επιστημών ΥγείαςΤμήμα Βιολογικών Εφαρμογών και Τεχνολογιών «Αναλυτική Χημεία – Ενόργανη Ανάλυση» Εκχύλιση Χρωματογραφία (GC, HPLC) Δρ. Δημήτριος Στεργίου Διδάσκων Π.Δ. 407/80

  2. Διαχωρισμοί – Εκχύλιση με διαλύτη • Συνήθως πριν την ταυτοποίηση και μέτρηση μίας ουσίας πρέπει να προηγηθεί διαχωρισμός ειδικά στην περίπτωση πολυσύνθετου δείγματος. • Εκχύλιση με διαλύτη: ονομάζεται η διαδικασία μεταφοράς μίας ουσίας από μία υγρή φάση σε μία άλλη υγρή φάση. • Οι δύο φάσεις είναι δύο μη αναμίξιμα υγρά (π.χ. ύδωρ / οργανικός διαλύτης). • Συντελεστής κατανομής: Έστω μία διαλυμένη ουσία S, η οποία κατανέμεται μεταξύ δύο φάσεων 1 και 2. Ισχύει: Κ = [S]2/[S]1

  3. Διαχωρισμοί – Εκχύλιση με διαλύτη • Έστω η διαλυμένη ουσία S σε V1 mL διαλύτη 1 (ύδωρ), η οποία εκχυλίζεται με V2 mL διαλύτη 2 (τολουόλιο). Αν nείναι τα mol της S στο σύστημα, q και (1-q) το κλάσμα αυτής που παραμένει στη φάση 1 και 2 αντίστοιχα ο συντελεστής κατανομής θα δίνεται από τη σχέση: • Κανόνας: Είναι πιο αποτελεσματικό η εκχύλιση να γίνεται πολλές φορές και με μικρούς όγκους παρά λίγες και με μεγαλύτερους όγκους.

  4. Χρωματογραφία • Διαδικασία διαχωρισμού, που βασίζεται στην κατανομή του αναλύτη ή των αναλυτών μεταξύ δύο φάσεων, της στατικής και της κινητής. Η διαδικασία γίνεται εντός μίας στήλης, που ονομάζεται χρωματογραφική στήλη. • Στατική φάση: είναι το υλικό πλήρωσης της στήλης και παραμένει σταθερό μέσα σε αυτή. Συνήθως είναι ένα υγρό μεγάλου ιξώδους χημικά δεσμευμένο στα εσωτερικά τοιχώματα της στήλης ή στην επιφάνεια στερεών σωματιδίων ή και μη τροποποιημένα στερεά σωματίδια. • Κινητή φάση: είναι το ρευστό που κινείται στο εσωτερικό της στήλης και μπορεί να είναι ένα υγρό ή ένα αέριο. • Διαλύτης έκλουσης: το ρευστό που εισάγεται στη στήλη. • Έκλουσμα: το ρευστό που εξέρχεται από τη στήλη. • Έκλουση: η διαδικασία διέλευσης του διαλύτη έκλουσης από τη χρωματογραφική στήλη.

  5. Χρωματογραφία • Η διαλυμένη ουσία Α εμφανίζει μεγαλύτερη συγγένεια προς τη στατική φάση σε σχέση με την ουσία Β οπότε παραμένει περισσότερο χρόνο στη στήλη.

  6. Χρωματογραφία • Χρωματογράφημα: είναι η γραφική απεικόνιση της απόκρισης του ανιχνευτή σε συνάρτηση με το χρόνο έκλουσης. • Χρόνος κατακράτησης (tr): ο χρόνος, που απαιτείται για να φτάσει η ουσία στον ανιχνευτή από τη στιγμή της εισαγωγής του δείγματος στη στήλη. • Όγκος κατακράτησης (Vr): ο όγκος της κινητής φάσης, που απαιτείται για την έκλουση μία συγκεκριμένης διαλυμένης ουσίας. • Ρυθμισμένος χρόνος κατακράτησης (tr΄): ο χρόνος, που απαιτείται για τη μετακίνηση της ουσίας κατά μήκος της στήλης, πέραν του χρόνου (tm) στον οποίο εξέρχεται ο διαλύτης. • Σχετική κατακράτηση (α): είναι το πηλίκο των ρυθμισμένων χρόνων κατακράτησης.

  7. Χρωματογραφία • Χρωματογράφημα: είναι η γραφική απεικόνιση της απόκρισης του ανιχνευτή σε συνάρτηση με το χρόνο έκλουσης.

  8. Είδη Χρωματογραφίας

  9. Αέρια Χρωματογραφία (GC) • Κινητή φάση: αέριο (He, N2, H2). • Στατική φάση: στερεό υλικό ή συνήθως μη πτητικό υγρό το οποίο είτε επικαλύπτει το εσωτερικό της στήλης είτε είναι προσροφημένο σε στερεά σωματίδια. • Αναλύτης: αέριο ή πτητικό υγρό.

  10. Είδη στηλών στην GC • Πληρωμένες στήλες: περιέχουν λεπτά σωματίδια στερεού υλικού επικαλυμμένα με μία μη πτητική υγρή στατική φάση. Επίσης, το ίδιο το στερεό μπορεί να αποτελεί τη στατική φάση. • Ανοικτές σωληνοειδείς στήλες: σε σχέση με τις πληρωμένες στήλες έχουν: (1) υψηλότερη διαχωριστική ικανότητα, (2) μικρότερο χρόνο ανάλυσης, (3) μεγαλύτερη ευαισθησίακαι (4) μικρότερη χωρητικότητα δείγματος. • Διακρίνονται στις: 1. WCOT 2. SCOT 3. PLOT • Προστήλες: Προστατευτικό ρόλο.

  11. Αέρια Χρωματογραφία (GC) • Ποιοτική ανάλυση: γίνεται με φασματομετρία μάζας (MS) ή FT-IR κάνοντας χρήση βάσεων δεδομένων. Επίσης, γίνεται και με σύγκριση του χρόνου κατακράτησης του αγνώστου με ένα πρότυπο δείγμα. • Ποσοτική ανάλυση: γίνεται με ολοκλήρωση της περιοχής που καταλαμβάνει η κορυφή και εύρεση του εμβαδού αυτής. Στη γραμμική περιοχή συγκεντρώσεων το εμβαδόν της κορυφής είναι ανάλογο της συγκέντρωσης του αναλύτη.

  12. Είδη ανιχνευτών στην GC • Θερμικής αγωγιμότητας (TCD): είναι οι συνηθέστερα χρησιμοποιούμενοι. Έχουν μικρότερη ευαισθησία στην ανίχνευση μικρών ποσοτήτων αναλύτη. • Ιονισμού φλόγας (FID): το έκλουσμα καίγεται με ένα μίγμα Η2 και αέρα. Χρησιμοποιείται κυρίως για την ανίχνευση υδρογονανθράκων στους οποίους εμφανίζει μεγάλη ευαισθησία. • Σύλληψης ηλεκτρονίων (ECD): είναι ευαίσθητος σε μόρια που περιέχουν αλογόνα, συζυγιακά καρβονύλια, νιτρίλια, νιτροενώσεις και οργανομεταλλικές ενώσεις. Αντίθετα παρουσιάζει μικρή ευαισθησία σε υδρογονανθρακές, αλκοόλες και κετόνες. • Αζώτου – Φωσφόρου (NPD): πρόκειται για έναν τροποποιημένο FID, ο οποίος είναι ιδιαίτερα ευαίσθητος σε ενώσεις που περιέχουν Ν και P.

  13. HPLC • Υγρή χρωματογραφία υψηλής απόδοσης ή πίεσης (HPLC): χρησιμοποιεί υψηλή πίεση για να εξαναγκάσει το διαλύτη (κινητή φάση) να κινηθεί διαμέσου της στήλης, η οποία περιέχει τη στατική φάση. • Βασικά μέρη μίας διάταξης HPLC: 1. Δοχεία διαλυτών. 2. Αντλίες (40 – 700 bar). 3. Σύστημα έγχυσης. 4. Στήλη. 5. Ανιχνευτής.

  14. Στήλες HPLC • Στήλες στην HPLC: ατσάλινες ή πλαστικές στήλες, οι οποίες είναι πληρωμένες με τη στατική φάση. Συνήθως προηγείται αυτής μία προστήλη που έχει προστατευτικό ρόλο. • Η στήλη περιέχει τη στατική φάση, η οποία μπορεί να είναι: 1. υψηλής καθαρότητας σφαιρικά μικροπορώδη σωματίδια πυριτίας (προσρόφησης, pH < 8.0). 2. πυριτία τροποιημένη με C18 (στατική φάση ομοιοπολικά συνδεδεμένη)

  15. Έκλουση στην HPLC • Στη χρωματογραφία προσρόφησης τα μόρια του διαλύτη ανταγωνίζονται με τα μόρια της ουσίας για τις θέσεις της στατικής φάσης. • Ο κάθε διαλύτης έχει μία ισχύ έκλουσης, ανάλογα με την ικανότητά του να εκτοπίζει ουσίες από τη στατική φάση. Η ισχύς έκλουσης καθορίζεται και από τη πολικότητα της στατικής φάσης. • Ισοκρατική έκλουση: χρησιμοποιείται ένας διαλύτης ή μίγμα διαλυτών με σταθερή σύσταση κατά τη διάρκεια της ανάλυσης. • Βαθμωτή έκλουση: χρησιμοποιείται μίγμα διαλυτών με συνεχώς μεταβαλόμμενη σύσταση κατά τη διάρκεια της ανάλυσης, με σκοπό την αύξηση της ισχύος έκλουσης.

  16. Κατηγορίες HPLC • Ανάλογα με την πολικότητα της στατικής φάσης διακρίνουμε τη χρωματογραφία κανονικής φάσης και τη χρωματογραφία ανάστροφης ή αντίστροφης φάσης. • Χρωματογραφία κανονικής φάσης (NP-HPLC): η στατική φάση είναι πολική και οι πολικότεροι διαλύτες έχουν μεγαλύτερη ισχύ έκλουσης. • Χρωματογραφία ανάστροφης ή αντίστροφης φάσης (RP-HPLC): η στατική φάση είναι μη πολική και οι λιγότερο πολικοί διαλύτες έχουν μεγαλύτερη ισχύ έκλουσης. • Η RP-HPLC πλεονεκτεί στο γεγονός ότι: α) η στατική φάση είναι πιο ευπροσάρμοστη σε αλλαγές της σύστασης της κινητής φάσης, ευνοώντας έτσι τη χρήση προγραμμάτων βαθμωτής έκλουσης, β) η πολικότητα της στατικής φάσης μπορεί να ρυθμιστεί πολύ πιο εύκολα, γ) ευνοεί το διαχωρισμό μορίων βιολογικής προέλευσης, καθώς και ενώσεις με ευθύγραμμες ή διακλαδισμένες αλυσίδες.

  17. Ανιχνευτές στην HPLC • Υπεριώδους: ο πιο συνηθισμένος είναι εκείνος που κάνει χρήση συστοιχίας φωτοδιόδων (καταγραφή όλων των μηκών κύματος). Αποκρίνεται σε όλες σχεδόν τις ενώσεις. • Φθορισμού: είναι πολύ ευαίσθητοι αλλά οι χρήση τους περιορίζεται στις ενώσεις που φθορίζουν. • Δείκτη διάθλασης: είναι 1000 φορές πιο ευαίσθητος σε σχέση με τον ανιχνευτή υπεριώδους, αποκρίνεται σε όλες σχεδόν τις ουσίες αλλά δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί στη βαθμωτή έκλουση. • Ψεκασμού σκέδασης φωτός: αποκρίνεται σε κάθε αναλύτη, ο οποίος είναι σημαντικά λιγότερο πτητικός από την κινητή φάση. • Ηλεκτροχημικός: αποκρίνεται σε αναλύτες, οι οποίοι μπορούν να οξειδωθούν ή να αναχθούν (π.χ. φαινόλες, αρωματικές αμίνες, υπεροξείδια κ.α.).

More Related